ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟY
  • ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΜΑΣ
  • Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΜΑΣ
  • GDPR
  • Ποινικο Δικαιο - Φορολογικο Δικαιο - Διοικη&tau
  • ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
  • ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΛΥΣΗ
  • ΜΥΚΟΝΟS
  • ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
  • ΑΡΘΡΑ

Επίκαιρη Αρθρογραφία Συνεργατών του Γραφείου μας

Ενημερωθείτε για επίκαιρα θέματα που σας απασχολούν

Το νομικό πλαίσιο για την εγκατάσταση συστήματος βιντεοεπιτήρησης (κάμερες) σε ιδιωτικό χώρο

3/18/2018

0 Comments

 
Με βάση το άρθρο 6 του ν. 2472/1997 για την εγκατάσταση συστήματος βιντεοεπιτήρησης απαιτείται η υποβολή γνωστοποίησης στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
Η ίδια υποχρέωση γνωστοποίησης υπάρχει και για κάθε μεταβολή στο σύστημά βιντεοεπιτήρησης (π.χ. προσθήκη, αφαίρεση ή επανατοποθέτηση καμερών).
Σε περίπτωση που η γνωστοποίηση αυτή δε λάβει χώρα, είναι δυνατό να επιβληθούν τόσο διοικητικές όσο και ποινικές κυρώσεις, σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 22 του ν. 2472/1997.
Εξαίρεση από τον κανόνα της υποχρέωσης γνωστοποίησης αποτελούν οι περιπτώσεις που το σύστημα βιντεοεπιτήρησης λαμβάνει ή/και καταγράφει εικόνα από αποκλειστικά ιδιωτικό, μη επαγγελματικό χώρο, όπως για παράδειγμα στο σπίτι.
Ως προς το σημείο τοποθέτησης των καμερών, αυτό μπορεί να είναι οπουδήποτε εντός του διαμερίσματός.
Ωστόσο, επισημαίνεται ότι απαγορεύεται να λαμβάνεται εικόνα από εξωτερικό δημόσιο χώρο, όπως για παράδειγμα κάμερα στο μπαλκόνι η οποία λαμβάνει εικόνα από δρόμο ή πεζοδρόμιο, καθώς και από γειτονικά κτίρια (άρθρο 3 της οδηγίας 1/2011).
Εάν πρόκειται για οροφοδιαμέρισμα, η τοποθέτηση κάμερας και η επεξεργασία θεωρούνται νόμιμες, εφόσον το πεδίο λήψης εικόνας είναι το απολύτως απαραίτητο για τον σκοπό της προστασίας της εισόδου του διαμερίσματος.
Με άλλα λόγια το πεδίο λήψης θα πρέπει να περιορίζεται στην επιτήρηση της πόρτας του διαμερίσματος, και να λαμβάνει τη λιγότερη δυνατή εικόνα από κοινόχρηστους χώρους, όπως σκάλα και ασανσέρ, καθώς με τον τρόπο αυτό, τα πρόσωπα που κατά κανόνα ενδέχεται να θίγονται από την επεξεργασία είναι αυτά που έχουν ως σκοπό την είσοδο στην οικία του ενοίκου του οροφοδιαμερίσματος.
Το πρόσωπο που έχει τοποθετήσει την κάμερα θεωρείται  υπεύθυνος επεξεργασίας για την εγκατάσταση αυτή και, επομένως, έχει όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το ν. 2472/1997 και την οδηγία 1/2011, όπως υποχρέωση υποβολής γνωστοποίησης στην Αρχή, υποχρέωση ικανοποίησης των δικαιωμάτων ενημέρωσης, πρόσβασης και αντίρρησης των υποκειμένων, υποχρέωση τήρησης του απορρήτου και της ασφάλειας της επεξεργασίας.
Τι ισχύει για την τοποθέτηση καμερών σε κοινόχρηστους χώρους πολυκατοικίας;
Κάμερα μπορεί να τοποθετηθεί σε κοινόχρηστο χώρο στάθμευσης, για επιτήρηση οχήματος, εφόσον δεν υπάρχει τέτοιο σύστημα από την πολυκατοικία. Θα πρέπει όμως γι’ αυτό να ερωτηθούν οι υπόλοιποι ένοικοι, η κάμερα να εστιάζει αποκλειστικά στο όχημα και να τοποθετηθούν ευδιάκριτες πινακίδες. Για αυτή την επεξεργασία, πρέπει να υποβάλεται γνωστοποίηση στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
Σύμφωνα με την Oδηγία 1/2011 της Αρχής Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, για την εγκατάσταση συστήματος βιντεοεπιτήρησης απαιτείται απόφαση του οργάνου που είναι αρμόδιο για τη διαχείριση της πολυκατοικίας (π.χ. Γενική Συνέλευση ιδιοκτητών, όπως αυτή ορίζεται στον κανονισμό της πολυκατοικίας, με ποσοστά ανά ιδιοκτησία κ.λπ.). 
Αν ο κανονισμός της πολυκατοικίας προβλέπει ήδη την εγκατάσταση του συστήματος βιντεοεπιτήρησης, τότε απλά ακολουθείται ό,τι ορίζεται στον κανονισμό.
Αν δεν προβλέπεται από τον κανονισμό η εγκατάσταση, απαιτείται συναπόφαση των 2/3 των ενοίκων. Αυτό σημαίνει ότι οι ένοικοι θα εκφράσουν γνώμη μόνο για το αν επιθυμούν ή όχι την λειτουργία του συστήματος βιντεοεπιτήρησης. Επισημαίνεται ότι σε κάθε (κατοικημένο) διαμέρισμα αναλογεί μία ψήφος.
Κατόπιν θετικής γνώμης, δίνεται η δυνατότητα στην Γενική Συνέλευση της πολυκατοικίας να αποφασίσει την εγκατάσταση.
0 Comments

Αυτεπάγγελτος συμψηφισμός απαιτήσεων οφειλέτη Δημοσίου με απαιτήσεις του Δημοσίου εναντίον του

3/18/2018

0 Comments

 
Αποδεκτή έγινε από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων η γνωμοδότηση 229/2017 του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους σχετικά με τη δυνατότητα συμψηφισμού ανταπαίτησης οφειλέτη σε βάρος του Δημοσίου με οφειλές του προς αυτό που έχουν υπαχθεί σε προσωρινή διαταγή κατ' άρθρο 5 του ν. 3869/2010 με περιεχόμενο την αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη και τη διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του.
Όπως αναφέρει η ΑΑΔΕ,  η γνωμοδότηση εκδόθηκε σε απάντηση ερωτήματος σχετικά με το επιτρεπτό ή μη διενέργειας αυτεπάγγελτου συμψηφισμού, κατ' άρθρο 83 του Κ.Ε.Δ.Ε., ανταπαίτησης οφειλέτιδας σε βάρος του Δημοσίου με απαιτήσεις του Δημοσίου κατ' αυτής που έχουν υπαχθεί σε προσωρινή διαταγή κατ' άρθρο 5 του ν. 3869/2010, με περιεχόμενο την «αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη και τη διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του».
Με την ανωτέρω γνωμοδότηση κρίθηκε (κατά πλειοψηφία) ότι σε περίπτωση έκδοσης προσωρινής διαταγής κατ' άρθρο 5 του ν. 3869/2010, όπως ισχύει, με περιεχόμενο την «αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη και τη διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του», χωρίς να περιλαμβάνεται σε αυτή ρητή απαγόρευση διενέργειας συμψηφισμού απαιτήσεων του οφειλέτη και των δανειστών του, είναι επιτρεπτός, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 83 του ν. δ. 356/1974 (Α' 90, Κ.Ε.Δ.Ε.), ο αυτεπάγγελτος συμψηφισμός ανταπαιτήσεων οφειλέτη σε βάρος του Δημοσίου με απαιτήσεις του Δημοσίου κατ' αυτού, μέχρι το ύψος που αυτές καλύπτονται, εφόσον οι προϋποθέσεις του συμψηφισμού συνέτρεξαν πριν από την υποβολή της αίτησης για την υπαγωγή στον ν. 3869/2010, κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 36 του ν. 3588/2007 (Πτωχευτικού Κώδικα), δυνάμει του άρθρου 15 του ν. 3869/2010, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στη γνωμοδότηση.
0 Comments

Απλοποιημένη διαδικασία ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων που δεν ξεπερνούν συνολικά το ποσό των πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000,00 €) στο πλαίσιο

3/3/2018

0 Comments

 
Οι οφειλέτες με συνολικές προς ρύθμιση οφειλές προς όλους τους πιστωτές (φορολογική διοίκηση, Κ.Ε.Α.Ο., πιστωτικά ιδρύματα, κ.λ.π.) που ανέρχονται από είκοσι χιλιάδες ευρώ (20.000€) και δεν ξεπερνούν το ποσό των πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000€) και πληρούν τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια επιλεξιμότητας των άρθρων 2 και 3 του Ν. 4469/2017, έχουν τη δυνατότητα να υποβάλλουν ηλεκτρονικά αίτηση για την υπαγωγή τους στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών, μέσω της ιστοσελίδας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) (www.keyd.gov.gr), με τη χρήση της ηλεκτρονικής πλατφόρμας.
Μετά την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών έως 31/12/2018 στην ηλεκτρονική πλατφόρμα της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. από τον οφειλέτη και προκειμένου να εξετασθεί η πρόταση του, απαιτείται ο τελευταίος να κριθεί βιώσιμος. Η αξιολόγηση της βιωσιμότητας, στην απλοποιημένη διαδικασία ρύθμισης των οφειλών που περιγράφει η παρούσα, παράγεται με τυποποιημένο τρόπο. Ειδικότερα, ένας οφειλέτης κρίνεται βιώσιμος για την τυποποιημένη πρόταση ρύθμισης εφόσον πληροί σωρευτικά τα κάτωθι κριτήρια: α) Θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων κατά την τελευταία χρήση ή σε δύο (2) από τις τρεις (3) τελευταίες χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στο ν. 4469/2017, και β) Ο λόγος του συνόλου των προς ρύθμιση οφειλών κατά την 31η Δεκεμβρίου του 2016, μετά την αφαίρεση του συνόλου των τόκων υπερημερίας των πιστωτών του ιδιωτικού τομέα, ποσοστού 95% των απαιτήσεων του Δημοσίου από πρόστιμα και ποσοστού 85% των απαιτήσεων του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης από προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής , προς το καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA = Καθαρό Αποτέλεσμα (μετά Φόρων) + Φόροι + Αποσβέσεις + Τόκοι) να είναι ίσος ή μικρότερος από οκτώ (8).
Για τη ρυθμιση αφαιρουνται τα κατωθι ποσά ανά πιστωτή:
 α) το σύνολο των τόκων υπερημερίας των πιστωτών του ιδιωτικού τομέα.
β) ποσοστό ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%) των απαιτήσεων του Δημοσίου από πρόστιμα που έχουν επιβληθεί από τη φορολογική διοίκηση. 
γ) ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) των απαιτήσεων του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης από προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής.
Στην περίπτωση που ο οφειλέτης πληροί τα προαναφερόμενα κριτήρια ρυθμίζει την οφειλή του σε ισόποσες μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις ως ακολούθως:
 (αα) Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης που θα προτείνεται δε δύναται να είναι μικρότερο από το ποσό των πενήντα (50) ευρώ ανά πιστωτή.
 (αβ) Ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων στην περίπτωση των θεσμικών πιστωτών (χρηματοδοτικοί φορείς, Δημόσιο, Φ.Κ.Α.) δεν επιτρέπεται να ξεπερνά τις εκατόν είκοσι (120). 
(αγ) Ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων στην περίπτωση των λοιπών ιδιωτών πιστωτώνδεν επιτρέπεται να ξεπερνά τις είκοσι τέσσερις (24). 
(αδ) Ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων στην περίπτωση πιστωτών οι οφειλές των οποίων προέρχονται από συμβάσεις παροχής εργασίας οποιουδήποτε τύπου δεν επιτρέπεται να ξεπερνούν τις έξι (6).
Για τον υπολογισμό των τοκοχρεωλυτικών δόσεων λαμβάνεται υπόψη επιτόκιο ίσο με το επιτόκιο euribor τριμήνου, προσαυξημένο κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες και κατά την του ν. 128/1975 κατά περίπτωση, αν είχε προγενέστερα συμφωνηθεί ότι η εισφορά αυτή βαρύνει τον οφειλέτη. Για τους χρηματοδοτικούς φορείς το επιτόκιο είναι κυμαινόμενο και αναπροσαρμόζεται ανά τρίμηνο, με έναρξη την ημερομηνία κατάρτισης της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών. Για τους υπόλοιπους πιστωτές το επιτόκιο είναι σταθερό, με κρίσιμο χρόνο την ημερομηνία υποβολής της αίτησης ρύθμισης. Σε περίπτωση υπερημερίας του οφειλέτη, οι οφειλόμενες δόσεις προς τους χρηματοδοτικούς φορείς, βαρύνονται με το προαναφερθέν επιτόκιο.
0 Comments

Επιστροφή αποδοχών αργίας που καταβλήθηκαν μη νόμιμα σε δημόσιο υπάλληλο (ΝΣΚ)

3/3/2018

0 Comments

 
​Με την υπ' αριθμ. 8/2017 γνωμοδότησή του το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Ε' Τμήμα) απάντησε σε ερώτημα του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης αναφορικά με την επιστροφή αποδοχών αργίας που καταβλήθηκαν μη νόμιμα σε δημόσιο υπάλληλο.
Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση, η υπηρεσία νομίμως αναζητά από δημόσιο υπάλληλο την επιστροφή, ως αχρεωστήτως καταβληθέντων, των χρηματικών ποσών που αυτός έλαβε μη νόμιμα κατά το χρονικό διάστημα που τελούσε σε κατάσταση αργίας, λόγω πειθαρχικής καταδίκης σε πρώτο βαθμό για το παράπτωμα της αδικαιολόγητης αποχής από την εκτέλεση των καθηκόντων του και επιβολής στον ίδιο της ποινής της οριστικής παύσης, έστω και αν ο εν λόγω υπάλληλος καταδικάστηκε μεταγενέστερα, με σχετική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την ποινή της προσωρινής παύσης, η επιβολή της οποίας, βάσει των σχετικών διατάξεων που ίσχυαν κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης του ως άνω δικαστηρίου δικαιολογούσε την καταβολή αποδοχών αργίας.
0 Comments

Διευκρινίσεις για την άρση αναστολής μισθολογικής εξέλιξης στο Δημόσιο (Εγκύκλιος)

3/3/2018

0 Comments

 
​Από 1-1-2018 αίρεται η αναστολή της μισθολογικής εξέλιξης των υπαλλήλων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 7  του Ν.4354/2015 και ενεργοποιείται εκ νέου η μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 11 του ιδίου νόμου 4354/2015, συνυπολογιζομένου και του τυχόν πλεονάζοντος χρόνου που είχε υπολογιστεί κατά την αρχική κατάταξη, χωρίς όμως να λαμβάνεται υπόψη το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από 1-1-2016 μέχρι και 31-12-2017.
Διευκρινίζεται ότι η αναστολή της μισθολογικής εξέλιξης των υπαλλήλων για το χρονικό διάστημα από 1.1.2016 έως 31.12.2017 αφορά όλους ανεξαιρέτως τους υπαλλήλους, τόσο αυτούς που υπηρετούσαν στις 31.12.2015 όσο και αυτούς που διορίστηκαν από 1.1.2016 και μετά.
Δηλαδή η μισθολογική εξέλιξη μέχρι 31.12.2017 ανεστάλη τόσο για τους υπηρετούντες κατά την 31-12-2015 όσο και γι αυτούς που διορίστηκαν μετά την 1.1.2016 και κατατάχθηκαν στα Μ.Κ. ανάλογα με τα τυπικά τους προσόντα, την τυχόν προϋπηρεσία καθώς και τον κατέχοντα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό τίτλο σπουδών.
Το ίδιο ισχύει και για τους αποφοιτήσαντες μετά την 1.1.2016 από την Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης.
Πέραν των ανωτέρω, από την άρση αναστολής της μισθολογικής εξέλιξης των υπαλλήλων επηρεάζεται επίσης η μισθολογική εξέλιξη α) των υπαλλήλων που είχαν υποβάλει αίτηση αναγνώριση προϋπηρεσίας μετά την 1-1-2016, η οποία είτε αναγνωριζόταν με το προηγούμενο μισθολογικό καθεστώς (ν.4024/2011) είτε από το ισχύον (ν.4354/2015) και β) των υπηρετούντων την 1-1-2016 υπαλλήλων που είχαν υποβάλει αιτήσεις για αναγνώριση μεταπτυχιακών ή διδακτορικών τίτλων σπουδών μετά την 1-1-2016.
Προκειμένου να διασφαλιστεί στο μέτρο του δυνατού, η ορθή εφαρμογή της ως άνω διάταξης παρατίθενται τα ακόλουθα παραδείγματα:Π.χ. α) Έστω υπάλληλος ΠΕ κατηγορίας με χρόνο υπηρεσίας κατά την 1-1-2016, 4 έτη και 6 μήνες ο οποίος είχε καταταχθεί στο Μ.Κ. 3 της κατηγορίας του με πλεονάζοντα χρόνο 6 μήνες. Από 1-1-2018 που ενεργοποιείται η μισθολογική εξέλιξη, ο συγκεκριμένος υπάλληλος θα καταταγεί στο επόμενο Μ.Κ. (Μ.Κ.4) μετά την παρέλευση 18 μηνών, συμπληρώνοντας τους απαιτούμενους 24 μήνες για την αλλαγή κλιμακίου και τούτο διότι, τα έτη 2016 και 2017 δεν υπολογίζονται στο χρόνο υπηρεσίας του για την απονομή του επόμενου μισθολογικού κλιμακίου, καθώς για αυτά τα δύο έτη δεν προβλέπεται καμία μισθολογική εξέλιξη.β) Έστω υπάλληλος ΠΕ κατηγορίας ο οποίος κατά την 31/12/2017 κατέχει το ΜΚ 3, δεν έχει προσωπική διαφορά και από τη σύγκριση αποδοχών που έγινε κατά την 31.12.2015 έλαβε αύξηση ύψους 60€ στο βασικό μισθό του, την οποία λαμβάνει σε 4 ισόποσες δόσεις. Επίσης, κατά την κατάταξή του την 1.1.2016 είχε πλεονάζοντα χρόνο 6 μήνες ενώ με αίτησή του μετά την 1-1-2016 ζήτησε την αναγνώριση μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών και επομένως από 1-1-2018 δικαιούται προώθηση κατά 2 μισθολογικά κλιμάκια.Ο υπάλληλος αυτός μετά την 1-1-2018 που ενεργοποιείται η μισθολογική εξέλιξη, προωθείται κατά 2 ΜΚ, κατατάσσεται στο 5ο ΜΚ και λαμβάνει στο ακέραιο τη διαφορά μεταξύ των 2 κλιμακίων (118€), καθώς και την 3η δόση της αύξησης που είχε προκύψει κατά την αρχική κατάταξη με το ν. 4354/2015. Για την αλλαγή του επόμενου ΜΚ, θα πρέπει να περάσουν 18 μήνες (συν 6 μήνες πλεονάζων χρόνος), ώστε να συμπληρωθεί το διάστημα των 24 μηνών που απαιτείται για μισθολογική εξέλιξη. Στην περίπτωση που ο υπάλληλος αυτός έχει και προσωπική διαφορά, αυτή συμψηφίζεται με την αύξηση που προέκυψε από την αλλαγή του κλιμακίου.
0 Comments

Υποχρεωτικά εντός 20 ημερών οι αποφάσεις των πειθαρχικών οργάνων για την άσκηση δίωξης

3/3/2018

0 Comments

 
​Η πειθαρχική δίωξη είναι υποχρεωτική όχι μόνο επί καταδικαστικών αποφάσεων, αλλά σε κάθε περίπτωση που υπάρχουν σαφείς και συγκεκριμένες ενδείξεις τέλεσης πειθαρχικού παραπτώματο.
Με την υπ’ αριθμ. 27/2018 γνωμοδότησή του το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους απάντησε σε ερώτημα Υπηρεσίας του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης σχετικά με το εάν η προθεσμία των είκοσι ημερών που προβλέπεται από το άρθρο 114 παρ.6 εδ. β του Ν. 3528/2007 (Κώδικας Δημοσίων Πολ. Διοικ. Υπαλλήλων & Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.) είναι δεσμευτική για τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα.Σύμφωνα με το ιστορικό του φακέλου, εις βάρος υπαλλήλων Υπηρεσίας του ΕΦΚΑ, ασκήθηκε ποινική δίωξη για το πλημμέλημα της παράβασης καθήκοντος κατά συναυτουργία.Ακολούθως ασκήθηκαν προσφυγές από τους κατηγορουμένους υπαλλήλους κατά του κλητηρίου θεσπίσματος, που απορρίφθηκαν με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, το οποίο τους παραπέμπει στο ακροατήριο του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου ΑθηνώνΕνόψει των ανωτέρω, και ότι η δικογραφία βρίσκεται στο στάδιο του προσδιορισμού δικασίμου της υπόθεσης ενώ μεταξύ των κατηγορουμένων περιλαμβάνονται και υπάλληλοι ,που είναι μέλη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου της Υπηρεσίας και υπηρετούν σε επιτελικές θέσεις , ερωτάται εάν η προθεσμία των είκοσι ημερών, που προβλέπεται στο άρθρο 114 παρ.6 του Ν.3528/2007, μετά την ενημέρωση από την Εισαγγελία, εντός της οποίας τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα οφείλουν να αποφαίνονται αιτιολογημένα για την άσκηση ή μη πειθαρχικής δίωξης σε βάρος υπαλλήλου, είναι δεσμευτική ή η πειθαρχική δίωξη δύναται να ασκηθεί σε όλα τα στάδια της ποινικής δίωξης μέχρι την έκδοση απόφασης.Όπως αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στη γνωμοδότηση, η πειθαρχική δίωξη είναι υποχρεωτική όχι μόνο επί καταδικαστικών αποφάσεων, όπως εσφαλμένα διαλαμβάνει η Υπηρεσία (η περίπτωση αυτή συντρέχει όταν έχει προηγηθεί η ποινική δίκη και έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση), αλλά σε κάθε περίπτωση κατά την οποία υπάρχουν σαφείς και συγκεκριμένες ενδείξεις ή αναφορές τέλεσης πειθαρχικού παραπτώματος.Οι δε πειθαρχικοί προϊστάμενοι οφείλουν (και δεν εναπόκειται στη διακριτική τους ευχέρεια), εντός της προθεσμίας των είκοσι ημερών της παρ.6 του άρθρου 114 του Ν. 3528/2007 αφότου λάβουν ενημέρωση κατά τα ανωτέρω, να αποφανθούν αιτιολογημένα για την άσκηση ή μη πειθαρχικής δίωξης εις βάρος υπαλλήλου τους δια την συμπεριφοράν των, η οποία διώκεται ποινικώς.
 
0 Comments

Φορολογική δήλωση συζύγων. Υποβαλλεται κοινή φορολογική δήλωση ΜΟΝΟ εφόσον και οι δυο σύζυγοι το επιθυμουν.

3/3/2018

0 Comments

 
​Το ΣτΕ με την υπ.αρ. 330/2018 αποφαση του εκρινε ότι η υποχρεωση κοινής φορολογικής δηλωσης που υποβάλλεται από τον (άνδρα) σύζυγο και για τα εισοδηματα της συζυγου του, προϋποθέτει συναίνεση και των δύο συζύγων. Ειδικοτερα το Συμβούλιο Επικρατείας εκρινε μεταξύ αλλων και κυρίως  ότι :
Με βάση την κατ' άρθρο 67 παρ. 4 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε. – ν. 4172/2013) κοινή δήλωση που υποβάλλουν οι σύζυγοι κατά τη διάρκεια του γάμου για τα εισοδήματά τους, αυτοτελώς λαμβανόμενα, εκδίδεται η κατ' άρθρ. 30 και 32 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Κ.Φ.Δ. – ν. 4174/2013) πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου, με την οποία καθορίζεται, ύστερα από χωριστό υπολογισμό στο εισόδημα καθενός από αυτούς των αναλογούντων φόρων, τελών και εισφορών, το ποσό της φορολογικής οφειλής ή απαίτησης καθενός από τους συζύγους και με την οποία συνιστάται και βεβαιώνεται η φορολογική οφειλή ή απαίτηση καθενός από αυτούς .
Έτσι, ο Κ.Φ.Ε. προβλέπει, προκειμένου περί συζύγων, αφενός ως υπόχρεο για τον φόρο, τα τέλη και τις εισφορές που αναλογούν στο εισόδημά του, κάθε σύζυγο χωριστά και αφετέρου ως κατ' αρχήν διαδικαστικώς υπόχρεο προς υποβολή της ως άνω κοινής δήλωσης τον σύζυγο, ενώ ο Κ.Φ.Δ. προβλέπει ότι η βεβαίωση του φόρου γίνεται ομοίως σε κάθε σύζυγο χωριστά.
Ωστόσο, η οφειλή για φόρο, τέλη και εισφορές που αναλογούν στα εισοδήματα των συζύγων (εξακολουθεί να) βεβαιώνεται στο όνομα του συζύγου υπό την ισχύ του ν. 4172/2013.
Με άλλα λόγια, η υποβολή από τον σύζυγο δήλωσης και για το εισόδημα της συζύγου του άγει στο να καταχωρίζεται ως εισπρακτέο ή επιστρεπτέο στα βιβλία της φορολογικής Διοίκησης στο όνομα του συζύγου το ποσό που προκύπτει από την άθροιση των φορολογικών οφειλών αμφοτέρων των συζύγων ή από την άθροιση των φορολογικών απαιτήσεων αμφοτέρων των συζύγων ή ύστερα από συμψηφισμό της φορολογικής οφειλής του ενός έναντι του Δημοσίου με τη φορολογική απαίτηση του άλλου έναντι του Δημοσίου .
Τούτο, όμως, δεν βρίσκει έρεισμα σε άλλη διάταξη του νόμου.
Η υποβολή κοινής δήλωσης των συζύγων μπορεί μεν να διευκολύνει την εφαρμογή των εκάστοτε ειδικών ρυθμίσεων αναφορικά με τη φορολογία των εγγάμων, αλλά δεν προϋποτίθεται αναγκαστικώς από αυτές, καθώς κρίσιμη είναι μόνη η εξεύρεση του αθροίσματος των εισοδημάτων των συζύγων, το οποίο (άθροισμα) μπορεί να προκύπτει και από αυτοτελείς δηλώσεις.
 Το αυτό δε ισχύει και για τη χορήγηση διαφόρων κοινωνικής φύσεως παροχών συναρτωμένων με την πλήρωση εισοδηματικών κριτηρίων σε οικογενειακή βάση, καθώς και για την άντληση συναφών πληροφοριών από διάφορους φορείς του Δημοσίου .
Το ενδεχόμενο μη υποβολής δήλωσης από τον ένα σύζυγο ή ελέγχου του ενός με συνέπεια την καθυστέρηση της εκκαθάρισης υφίσταται, άλλωστε, και στην περίπτωση που, καίτοι υπόχρεος σε κοινή δήλωση, ο ένας σύζυγος δεν δηλώνει τα εισοδήματά του ή υποβάλλεται σε έλεγχο για αυτά.
Επομένως δεν συντρέχει προφανής λόγος δημοσίου συμφέροντος που να δικαιολογεί την υποχρεωτική υποβολή κοινής δήλωσης φόρου εισοδήματος των συζύγων,ενώ η διάταξη του άρθρου 67 παρ. 4 του Κ.Φ.Ε., ερμηνευόμενη και υπό το φως των διατάξεων των άρθρων 2 παρ. 1, 4 παρ. 1, 2 και 5, 5 παρ. 1 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος καθώς και του άρθρου 8 σε συνδυασμό με το άρθρο 14 της ΕΣΔΑ (πρβλ. ΣτΕ 1215/2017), έχει την έννοια ότι ο σύζυγος υποβάλλει κατ' αρχήν κοινή δήλωση και για το εισόδημα της συζύγου του, εφόσον αμφότεροι οι σύζυγοι συναινούν, συναίνεση η οποία μπορεί να αποτυπώνεται και στην υποβολή, καθ' εαυτήν, της κοινής δήλωσης, ενώ, στην αντίθετη περίπτωση, όταν δηλαδή διατυπώνεται ρητώς η έλλειψη τέτοιας συναίνεσης από έναν έστω από τους συζύγους, οι σύζυγοι διατηρούν το δικαίωμά τους να υποβάλλουν αυτοτελώς δηλώσεις φόρου περί του εισοδήματός τους, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 67 του ν. 4172/2013.
0 Comments

    Archives

    October 2019
    May 2019
    April 2018
    March 2018
    August 2017
    June 2017
    April 2017
    February 2017
    June 2016
    May 2016
    April 2016
    February 2016
    January 2016

    RSS Feed

Location

Contact Us

  • ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΜΑΣ
  • Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΜΑΣ
  • GDPR
  • Ποινικο Δικαιο - Φορολογικο Δικαιο - Διοικη&tau
  • ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
  • ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΛΥΣΗ
  • ΜΥΚΟΝΟS
  • ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
  • ΑΡΘΡΑ