ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ
Το κατωθι ερωτηματολογιο και τα σημεία του Νόμου που αναλύονται σε αυτό συνιστά μια γενική ενημέρωση για τις προϋποθεσεις υπαγωγής στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών. Οι ενδιαφερομενοι επιχειρηματίες ειναι αναγκαίο να συμβουλευτούν εξειδικευμένους δικηγορους και εξειδικευμενα λογιστικά γραφεία που έχουν την αναγκαία υποδομή για να εξασφαλισουν τις προϋποθεσεις υπαγωγής στο μηχανισμό αυτο και την ολοκληρωση της διαδικασίας με επιτυχία . 1. Ποιοι μπορούν να υποβάλουν αίτηση για τον εξωδικαστικό μηχανισμό; Αίτηση για υπαγωγή στη διαδικασία μπορεί να υποβάλει κάθε φυσικό πρόσωπο που μπορεί να υπαχθεί σε πτώχευση και κάθε νομικό πρόσωπο που αποκτά εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, εάν έχει φορολογική κατοικία στην Ελλάδα, εφόσον κατά την 31 Δεκεμβρίου 2016 είχε οφειλή προς χρηματοδοτικό φορέα από δάνειο ή πίστωση σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών (ή οφειλή που ρυθμίστηκε μετά την 1 Ιουλίου 2016) ή είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση ή Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ) ή άλλο ΝΠΔΔ, περιλαμβανομένων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ή οφειλών υπέρ τρίτων που βεβαιώνονται και εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση, τις διατάξεις του άρθρου 46 του ν. 4472/2017 (ΦΕΚ Α' 74/19-5-2017), ή είχε βεβαιωθεί η μη πληρωμή επιταγών εκδόσεώς του λόγω μη επαρκούς υπολοίπου ή είχαν εκδοθεί διαταγές πληρωμής ή δικαστικές αποφάσεις λόγω ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων εις βάρος του, ανω των 50.000 ευρω. Το ίδιο ισχύει για τις οφειλές υπέρ τρίτων πιστωτών που βεβαιώνονται και εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. Οι ανωτέρω οφειλές προς το Δημόσιο και υπέρ τρίτων υπολογίζονται με τις προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής επ' αυτών κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στο νόμο, σύμφωνα με το άρθρο 4 αυτού (βλ. υπό στοιχεία ιστ και ιζ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του νόμου). ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι οφειλές θα πρέπει να είναι βεβαιωμένες οριστικά εως την 31-12-2016 (εφοσον πρόκειται για Δημοσιο ή ΕΦΚΑ) και με τριμηνη καθυστερηση τουλάχιστον 90 ημερών στις άλλες περιπτώσεις. Ετσι ενδεικτικά συμπληρωματικές δηλώσεις που αφορούν περιόδους πριν την 31/12/2016 εφόσον η συμπληρωματική δήλωση υποβληθεί μετά την 31/12/2016 ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΥΠΑΧΘΟΥΝ γιατί η βεβαίωση των φόρων (της συμπληρωματικής δήλωσης) έγινε σε μεταγενέστερο χρόνο από τις 31/12/2016. Το ίδιο ισχύει και για τις ασφαλιστικές εισφορές. Με αυτόν τον τρόπο, ακόμη και όσοι εντός του 2017 προχώρησαν στην χρήση των πράγματι ευεργετικών διατάξεων της εθελοντικής αποκάλυψης εισοδημάτων παρελθόντων ετών, δεν μπορούν να εντάξουν το βεβαιωθέν ποσό στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών. Επίσης εξαιρούνται της ρύθμισης απαιτήσεις από ανακτήσεις κρατικών ενισχύσεων λόγω παραβίασης των σχετικών διατάξεων της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 6 του ΚΕΔΕ πιστωτές της επιχείρησης, των οποίων καθως και απαιτήσεις που δεν υπερβαίνουν τα προβλεπόμενα από τον νόμο ποσά ή/και ποσοστά (μικροί πιστωτές) δηλαδή όλες οι απαιτήσεις κατά από 20.000 ευρω. Επιπλέον το Δημόσιο δεν συναινεί σε διαγραφή απαιτήσεών του, με την έννοια της παρ.2 του άρθρου 15 του ν.4469/2017 για βασική οφειλή από τελωνειακούς δασμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίοι ως παραδοσιακοί ίδιοι πόροι, αποτελούν έσοδό της και αποδίδονται στον Ευρωπαϊκό Προϋπολογισμό, ακόμη και σε περίπτωση διαγραφής τους (άρθρο 1 παρ.3 της ΑΥΟ ΠΟΛ.1105/2017). Επίσης, εκτός διαδικασίας τίθεται και μια επιχείρηση στην οποία οι απαιτήσεις ενός πιστωτή υπερβαίνουν το 85% των συνολικών απαιτήσεων κατά του οφειλέτη. Η αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία προωθείται στον εν λόγω πιστωτή για διμερή διαπραγμάτευση. 2. Ποιο πρέπει να είναι το ελάχιστο ύψος των οφειλών; Για να υπαχθεί κάποιος στον εξωδικαστικό μηχανισμό, οι συνολικές του οφειλές θα πρέπει να ξεπερνούν το ποσό των 20.000 ευρώ, η επιχείρηση να είναι ενεργή, άλλως να αναβιώσει και σε μία τουλάχιστον από τις τελευταίες 3 χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης να είχε: α) θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων, εάν πρόκειται για οφειλέτη που τηρεί απλογραφικό λογιστικό σύστημα ή β) θετικά αποτελέσματα προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων ή θετική καθαρή θέση, εάν πρόκειται για οφειλέτη που τηρεί διπλογραφικό λογιστικό σύστημα. 4. Ποιοι δεν μπορούν να υπαχθούν στη διαδικασία; Στη διαδικασία δεν μπορούν να υπαχθούν φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν πτωχεύσει ή βρίσκονται σε διαδικασία πτωχευσης ή έχουν διακόψει την επιχειρηματική τους δραστηριότητα, ή βρίσκονται σε διαδικασία λύσης/εκκαθάρισης, ή έχουν καταδικαστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για ένα από τα προβλεπόμενα στον νόμο αδικήματα (π.χ. φοροδιαφυγή, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, υπεξαίρεση, εκβίαση, πλαστογραφία, κ.λπ.). ΠΡΟΣΟΧΗ: Ετσι φυσικά προσωπα που εχουν καταδικαστεί αμετάκλητα για φοροδιαφυγή ΔΕΝ μπορουν να υπαρχουν στις διατάξεις του Εξωδικαστικού Μηχανισμού 5. Τι πρέπει να περιλαμβάνεται στην αίτηση; Όλα τα στοιχεία του οφειλέτη που αφορούν τον αριθμό και τις οφειλές ανά πιστωτή, καθώς και δήλωση των περιουσιακών στοιχείων του. Βασικό στοιχείο που θα πρέπει να κατατεθεί είναι η έκθεση αξιολόγησης βιωσιμότητας του οφειλέτη. 6. Ποια δικαιολογητικά απαιτούνται; Τα δικαιολογητικά που θα πρεπει να συγκεντρωθούν είναι τα εξης: 1) Πλήρη στοιχεία της επιχείρησης ή του φυσικού προσώπου (επωνυμία, διεύθυνση, Α.Φ.Μ., ΚΑΔ, τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση), αναφορά στον κύκλο εργασιών του κατά την τελευταία χρήση πριν από την υποβολή της αίτησης και στις συνολικές υποχρεώσεις του έναντι των πιστωτών του, περιγραφή της δραστηριότητάς του, της οικονομικής του κατάστασης, των λόγων της οικονομικής του αδυναμίας και των προοπτικών της επιχείρησής του, 2) Κατάλογο όλων των πιστωτών του με πλήρη στοιχεία (επωνυμία, διεύθυνση Α.Φ.Μ., τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση), των οφειλομένων ποσών ανά πιστωτή και των συνοφειλετών που ευθύνονται έναντι κάθε πιστωτή, 3) Την πρότασή του για τον τρόπο ρύθμισης των οφειλών του, όπου αναφέρει τουλάχιστον το ποσό που είναι σε θέση να καταβάλει σε μηνιαία ή ετήσια βάση για την αποπληρωμή των οφειλών του, βασίζεται στα εκτιμώμενα έσοδα και έξοδα του οφειλέτη κατά τις επόμενες τρεις (3) τουλάχιστον χρήσεις. Όταν υπάρχουν οφειλές προς το Δημόσιο ή οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή προς άλλο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου –και αυτές υπερβαίνουν τις 20.000 ευρω και δεν έχουν ρυθμιστεί- η πρόταση του οφειλέτη πρέπει να περιλαμβάνει βασικά συμπεράσματα σχετικά με τη βιωσιμότητα της επιχείρησης του, την αξία των περιουσιακών στοιχείων του, το ποσό που προτείνεται να καταβάλει ο οφειλέτης καθώς και το ποσό που προτείνεται να καταβάλουν οι συνοφειλέτες που έχουν συνυποβάλει αίτηση . 4) Τα στοιχεία που απαιτούνται για την αξιολόγηση της επιλεξιμότητάς του, δηλαδή τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων των τριών προ της αίτησης ετών ή τα στοιχεία της καθαρής θέσης αν η επιχείρηση τηρεί διπλογραφικά στοιχεία. 5) Κατάλογο των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη με αναφορά στην εκτιμώμενη εμπορική αξία τους, 6) Πλήρη περιγραφή των βαρών και λοιπών εξασφαλίσεων (είδος βάρους ή εξασφάλισης, πιστωτής, ασφαλιζόμενο ποσό, σειρά, δημόσιο βιβλίο) που είναι εγγεγραμμένα επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, 7) Πλήρη στοιχεία κάθε συνοφειλέτη (επωνυμία, πλήρη διεύθυνση, Α.Φ.Μ., τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση). 8) Δήλωση για κάθε μεταβίβαση ή επιβάρυνση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη που έγινε εντός των τελευταίων πέντε (5) ετών πριν από την υποβολή της αίτησης και για κάθε καταβολή μερίσματος από τον οφειλέτη προς τους μετόχους ή εταίρους ή άλλη συναλλαγή, εκτός των τρεχουσών συναλλαγών της επιχείρησης, που έγινε εντός των τελευταίων 24 μηνών πριν από την υποβολή της αίτησης, 9) Στοιχεία κάθε νομικού προσώπου συνδεδεμένου με τον οφειλέτη με ημερομηνία σύστασης μεταγενέστερη της 1ης Ιανουαρίου 2012, καθώς και πλήρη στοιχεία ακινήτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων που τυχόν μεταβιβάστηκαν από τον οφειλέτη ή τους συνοφειλέτες σε πρόσωπα συνδεδεμένα με τον οφειλέτη μετά την 1η Ιανουαρίου 2012, 10) Κατάλογο των προσώπων που αμείβονται από τον οφειλέτη και τα οποία αποτελούν συνδεδεμένα πρόσωπα με αυτόν, καθώς και ανάλυση των αμοιβών αυτών κατά τους τελευταίους 24 μήνες πριν από την υποβολή της αίτησης. 11) Δήλωση εισοδήματος φυσικών προσώπων (E.1) ή δήλωση φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων (Ν ή Ε.5 ή Φ01.010 ή Φ01.013) των τελευταίων πέντε (5) φορολογικών ετών, 12) Κατάσταση οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε.3) των τελευταίων πέντε (5) φορολογικών ετών, 13) Συγκεντρωτικές καταστάσεις πελατών και προμηθευτών των τελευταίων πέντε (5) φορολογικών ετών, 14) Δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε.9), εφόσον προβλέπεται η υποχρέωση υποβολής της, 15) Πράξη διοικητικού προσδιορισμού του φόρου εισοδήματος (εκκαθαριστικό) του τελευταίου φορολογικού έτους, 16) Πράξη διοικητικού προσδιορισμού του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) του τελευταίου φορολογικού έτους, 17) Τελευταία περιοδική δήλωση ΦΠΑ (Φ2), εφόσον προβλέπεται η υποχρέωση υποβολής της, 18) Καταστάσεις βεβαιωμένων οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση και προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, οι οποίες πρέπει να έχουν εκδοθεί εντός των τελευταίων τριών (3) μηνών πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, 19) Χρηματοοικονομικές καταστάσεις του άρθρου 16 του ν. 4308/2014 (Α΄ 251) των τελευταίων πέντε (5) περιόδων, οι οποίες πρέπει να είναι δημοσιευμένες, εφόσον προβλέπεται αντίστοιχη υποχρέωση, 20) Προσωρινό ισοζύγιο τελευταίου μηνός τεταρτοβάθμιων λογαριασμών του αναλυτικού καθολικού της γενικής λογιστικής, εφόσον προβλέπεται η κατάρτισή του, 21) Αντίγραφο ποινικού μητρώου γενικής χρήσης του οφειλέτη ή του πρόεδρου του διοικητικού συμβουλίου και του διευθύνοντος συμβούλου για ανώνυμες εταιρείες, του διαχειριστή για εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες, των ομόρρυθμων εταίρων και των διαχειριστών για προσωπικές εταιρείες, 22) Πιστοποιητικό περί μη πτώχευσης από το αρμόδιο Πρωτοδικείο, 23) Πιστοποιητικό περί μη κατάθεσης αίτησης πτώχευσης από το αρμόδιο Πρωτοδικείο, 24) Πιστοποιητικό περί μη λύσης της εταιρείας από το Γ.Ε.ΜΗ., εφόσον ο οφειλέτης είναι νομικό πρόσωπο. 25) Πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του οφειλέτη ή του πρόεδρου του διοικητικού συμβουλίου και του διευθύνοντος συμβούλου για ανώνυμες εταιρείες, του διαχειριστή για εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες, των ομόρρυθμων εταίρων και των διαχειριστών για προσωπικές εταιρείες. 7. Τι είναι αναγκαίο για να προχωρήσει η διαδικασια; Για να προχωρήσει η διαδικασία απαιτείται να συμμετέχουν δικαιούχοι τουλάχιστον του 50% του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη (μη λαμβανομένων υπόψη των απαιτήσεων προσώπων συνδεδεμένων με τον οφειλέτη). Στις περιπτώσεις συμμετοχής του Δημοσίου, ως πιστωτή, στη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών κατά τις διατάξεις του ν. 4469/2017, ο εκπρόσωπος του Δημοσίου υπερψηφίζει ορισμένη πρόταση οφειλέτη ή αντιπρόταση πιστωτή για αναδιάρθρωση οφειλών που τίθεται σε ψηφοφορία κατά τις διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 4469/2017, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 της Α.Υ.Ο. ΠΟΛ.1105/2017. Στις προϋποθέσεις αυτές εμπίπτει η εφαρμογή των υποχρεωτικών κανόνων του άρθρου 9 του νόμου. Επιπροσθέτως, επισημαίνεται ότι είναι άκυρος ο όρος σύμβασης αναδιάρθρωσης, που προβλέπει: α) την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο σε περισσότερες από εκατόν είκοσι (120) δόσεις, β) την τμηματική αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο ανά χρονικά διαστήματα που υπερβαίνουν το μήνα, γ) την καταβολή μηνιαίας δόσης μικρότερης των πενήντα (50) ευρώ, δ) την παροχή περιόδου χάριτος για την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο και ε) την ικανοποίηση απαιτήσεών του με άλλα ανταλλάγματα αντί χρηματικού ποσού. Ως έσοδα για την ικανότητα αποπληρωμής προκειμένου για φυσικά πρόσωπα, λαμβάνονται υπόψη μόνο πραγματικά εισοδήματα φορολογητέα ή μη, όπως κέρδη από άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, της πιο κερδοφόρας χρήσης της τελευταίας τριετίας πριν από την υποβολή της αίτησης του οφειλέτη, μισθοί, ενοίκια, τόκοι και άλλα και όχι τεκμαρτά εισοδήματα όπως εισόδημα από δωρεάν παραχώρηση ακινήτων, τεκμήρια διαβίωσης και άλλα. Αν προτείνεται τροποποίηση υφιστάμενης ρύθμισης οφειλών κατά τις διατάξεις του ν. 4152/2013, του άρθρου 43 του ν. 4174/2013, του άρθρου 51 ν. 4305/2014 ή των άρθρων 1 έως 17 του ν. 4321/2015, της οποίας οι όροι τηρούνται, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017, ο εκπρόσωπος του Δημοσίου συναινεί στην πρόταση τροποποίησης της ρύθμισης, εφόσον σωρρευτικά: (α) το ύψος δόσης που οφείλεται βάσει της υφιστάμενης ρύθμισης υπερβαίνει τη μηνιαία δυνατότητα αποπληρωμής του οφειλέτη και των συνοφειλετών που δεσμεύονται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης, σύμφωνα με την περίπτωση (αβ) της παραγράφου 1 του άρθρου 1 της Α.Υ.Ο. ΠΟΛ.1105/2017 και (β) Η προτεινόμενη τροποποίηση περιορίζεται μόνο στην αύξηση του αριθμού των δόσεων της υφιστάμενης ρύθμισης, έως το μέγιστο όριο των 120 δόσεων. 8. Πότε αναστέλλονται τα «καταδιωκτικά μέτρα»; Από την ημέρα αποστολής από τον συντονιστή πρόσκληση στους πιστωτές για συμμετοχή στη διαδικασία και για διάστημα 70 ημερών αναστέλλονται αυτοδικαίως τα μέτρα, εκκρεμή ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη για την ικανοποίηση των απαιτήσεων, των οποίων ζητείται η εξωδικαστική ρύθμιση, καθώς και η λήψη οποιουδήποτε ασφαλιστικού μέτρου κατά του οφειλέτη, συμπεριλαμβανομένης της εγγραφής προσημείωσης υποθήκης, εκτός αν με το μέτρο αυτό επιδιώκεται η αποτροπή της απομάκρυνσης ή αφαίρεσης ή μετακίνησης κινητών πραγμάτων της επιχείρησης ή εξοπλισμού, η οποία δεν έχει συμφωνηθεί και ενέχει κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης. Πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης που διενεργούνται από πιστωτές μετά την κοινοποίηση σε αυτούς αντιγράφου της αίτησης υπαγωγής στη διαδικασία είναι άκυρες. Από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης του συντονιστή προς την αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης προκειμένου αυτή να συμμετάσχει στη διαδικασία εξωδικαστικού μηχανισμού, αναστέλλονται αυτοδικαίως τα μέτρα, εκκρεμή ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης, κατά του αιτούντα οφειλέτη και μόνο για τις οφειλές που υπάγονται σε εξωδικαστική ρύθμιση, καθώς και η λήψη οποιουδήποτε ασφαλιστικού μέτρου. Ειδικά για την περίπτωση που κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης υπαγωγής στον εξωδικαστικό μηχανισμό εκκρεμεί εναντίον του οφειλέτη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, αυτή αναστέλλεται με την κοινοποίηση εκ μέρους του οφειλέτη της πιστοποιημένης από την ΕΓΔΙΧ βεβαίωσης του συντονιστή για την πληρότητα της αίτησης υπαγωγής στην αρμόδια για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης. Η ως άνω βεβαίωση πρέπει σε κάθε περίπτωση να έπεται χρονικά της πρόσκλησης του συντονιστή προς τους πιστωτές για τη συμμετοχή τους στη διαδικασία. Η αναστολή ισχύει κατ' αρχήν για χρονικό διάστημα έως εβδομήντα (70) ημερών και δύναται να παραταθεί για χρονικό διάστημα έως τεσσάρων (4) επιπλέον μηνών, κατόπιν έκδοσης σχετικής δικαστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας του οφειλέτη και κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του ιδίου άρθρου. Πρόωρη παύση της αναστολής επέρχεται: α. αυτοδικαίως, εφόσον η διαδικασία περαιωθεί ως άκαρπη είτε λόγω έλλειψης απαρτίας, είτε για οποιονδήποτε άλλο λόγο (σχετ. παρ. 2 του άρθρου 13), β. αυτοδικαίως, εφόσον ληφθεί σχετική απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας των συμμετεχόντων πιστωτών (σχετ. παρ. 2 του άρθρου 13) και γ. κατόπιν έκδοσης δικαστικής του Μονομελούς Πρωτοδικείου της περιφέρειας εντός της οποίας έχει έδρα ο οφειλέτης, μετά από αίτηση οποιουδήποτε πιστωτή (και ως εκ τούτου και της Φορολογικής Διοίκησης), εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 4 του ιδίου άρθρου ( σχετ. παρ. 4 του άρθρου 13). Η αναστολή μέτρων καταλαμβάνει τόσο τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης όσο και τα ασφαλιστικά μέτρα. Ως εκ τούτου, δεν επιτρέπεται επί των οφειλών αυτών η εγγραφή υποθήκης προς διασφάλισή τους. Κατ' εξαίρεση, επιτρέπεται η λήψη ασφαλιστικού μέτρου, αν με αυτό επιδιώκεται η αποτροπή της απομάκρυνσης ή αφαίρεσης ή μετακίνησης κινητών πραγμάτων της επιχείρησης ή εν γένει εξοπλισμού, η οποία δεν έχει συμφωνηθεί και ενέχει κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης του οφειλέτη. Πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης που διενεργούνται μετά την κοινοποίηση, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του ιδίου νόμου, στην αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης από το συντονιστή αντιγράφου της αίτησης υπαγωγής, είναι άκυρες και ως εκ τούτου η Φορολογική Διοίκηση οφείλει να τις ανακαλεί. Για την εφαρμογή των ανωτέρω, συνιστάται ο έλεγχος για την τήρηση των ανωτέρω και ειδικότερα η συνδρομή των προαναφερθεισών ημερομηνιών, με τα αποδεικτικά αυτών στοιχεία, προκειμένου να διαγνωστεί το έγκυρο ή μη της διοικητικής εκτέλεσης. Εφοσον υποβληθεί αίτηση δικαστικής επικύρωσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών (άρθρου 12 του ν.4469/2017), από την κατάθεση της αίτησης αυτής στο αρμόδιο δικαστήριο, αναστέλλονται αυτοδίκαια τα μέτρα, εκκρεμή ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης, κατά του αιτούντα οφειλέτη και μόνο για τις οφειλές που ρυθμίζονται από τη σύμβαση, καθώς και η λήψη ασφαλιστικών μέτρων. Ειδικά για την περίπτωση που κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης για τη δικαστική επικύρωση της σύμβασης, εκκρεμεί εναντίον του οφειλέτη διαδικασία αναγκαστικής ή διοικητικής εκτέλεσης, αυτή αναστέλλεται με την κοινοποίηση εκ μέρους του οφειλέτη της αίτησης για την επικύρωση της σύμβασης στην αρμόδια για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης. Η αναστολή ισχύει έως την έκδοση της δικαστικής απόφασης σχετικά με την επικύρωση ή μη της συμφωνίας. Επισημαίνεται πάντως ότι, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του ιδίου άρθρου, η συζήτηση της αίτησης για την επικύρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών προσδιορίζεται εντός δύο (2) μηνών από την κατάθεση, ενώ η απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου δημοσιεύεται εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία της συζήτησης. Η αναστολή μέτρων καταλαμβάνει τόσο τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης όσο και τα ασφαλιστικά μέτρα. Ως εκ τούτου, δεν επιτρέπεται επί των οφειλών αυτών η εγγραφή υποθήκης προς διασφάλισή τους. Κατ' εξαίρεση, επιτρέπεται: α) η εγγραφή προσημείωσης υποθήκης ή άλλο ασφαλιστικό μέτρο που έχει συμφωνηθεί με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών και (β) η λήψη ασφαλιστικού μέτρου, αν με αυτό επιδιώκεται η αποτροπή της απομάκρυνσης ή αφαίρεσης ή μετακίνησης κινητών πραγμάτων της επιχείρησης ή εν γένει εξοπλισμού, η οποία δεν έχει συμφωνηθεί και ενέχει κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης του οφειλέτη. Η εν λόγω αναστολή ισχύει μόνο σε περίπτωση που το Δημόσιο δεν έχει υπογράψει τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, καθώς στην περίπτωση που έχει ήδη εγκρίνει και συνυπογράψει αυτή δεσμεύεται κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 15 του ιδίου νόμου (βλ. αναλυτικά κεφάλαιο Ε, υποκεφάλαιο I, περίπτωση V ) Για την εφαρμογή των ανωτέρω, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 5 του ιδίου άρθρου, ο αιτών οφειλέτης ειδοποιεί τους εμπλεκόμενους πιστωτές (και ως εκ τούτου και την αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης, εφόσον συντρέχει περίπτωση) εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κατάθεση της αίτησης επικύρωσης για την κατάθεση αυτής και την ημερομηνία συζήτησής της. Εξάλλου, σε περίπτωση οφειλών προς το Δημόσιο, διατάσσεται υποχρεωτικά η κλήτευση της Φορολογικής Διοίκησης. Ο οφειλέτης μπορεί να ζητήσει από το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας του παράταση της αναστολής για διάστημα έως 4 επιπλέον μηνών, εφόσον συναινεί η απόλυτη πλειοψηφία των συμμετεχόντων πιστωτών, ενώ κάθε πιστωτής μπορεί να ζητήσει από το ως άνω δικαστήριο την πρόωρη παύση της αναστολής, εφόσον πιθανολογείται ότι η αναστολή εκτέλεσης θα επιφέρει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα πιστωτή. Σημειώνεται ότι αναστολή εκτέλεσης επάγεται αυτοδίκαια την απαγόρευση της διάθεσης ή της επιβάρυνσης των ακινήτων και του εξοπλισμού της επιχείρησης του οφειλέτη ή και άλλων περιουσιακών του στοιχείων, η διάθεση των οποίων δεν εντάσσεται στη συνήθη επιχειρηματική του δραστηριότητα. 9. Πώς διαχωρίζονται οι επιχειρήσεις σε μικρές και μεγάλες για τις ανάγκες του νόμου; Ως «μεγάλες επιχειρήσεις» νοούνται όσες κατά την τελευταία χρήση πριν από την υποβολή της αίτησης είχαν κύκλο εργασιών μεγαλύτερο 2.500.000 ευρώ ή έχουν συνολικές υποχρεώσεις (ληξιπρόθεσμες ή μη) υψηλότερες των 2.000.000 ευρώ. Ως «μικρές επιχειρήσεις» νοούνται όσες κατά την τελευταία χρήση πριν από την υποβολή της αίτησης είχαν κύκλο εργασιών έως 2.500.000 ευρώ και συνολικές υποχρεώσεις (ληξιπρόθεσμες ή μη) 2.000.000 ευρώ. 10. Ποιος εκπονεί την αξιολόγηση βιωσιμότητας των μικρών επιχειρήσεων; Η εκπόνηση αξιολόγησης βιωσιμότητας του οφειλέτη μπορεί να ανατεθεί σε εμπειρογνώμονα, εφόσον υποβάλλεται σχετικό αίτημα από συμμετέχοντες πιστωτές που είναι δικαιούχοι τουλάχιστον του ενός τρίτου του συνόλου των απαιτήσεων που συμμετέχουν στη διαδικασία. 11. Ποιος εκπονεί την αξιολόγηση βιωσιμότητας για τις μεγάλες επιχειρήσεις; Η εκπόνηση αξιολόγησης βιωσιμότητας και του σχεδίου αναδιάρθρωσης οφειλών του οφειλέτη που αποτελεί μεγάλη επιχείρηση ανατίθεται υποχρεωτικά σε εμπειρογνώμονα (υποχρεωτικός διορισμός εμπειρογνώμονα). Η επιλογή και ο διορισμός του εμπειρογνώμονα γίνεται με κοινή απόφαση του οφειλέτη και της απόλυτης πλειοψηφίας των συμμετεχόντων πιστωτών. Σημειώνεται ότι η ανάθεση σε εμπειρογνώμονα της αξιολόγησης βιωσιμότητας του οφειλέτη μπορεί να παραλειφθεί, εφόσον έχει εκπονηθεί από οποιονδήποτε πιστωτή αξιολόγηση βιωσιμότητας του οφειλέτη εντός των τελευταίων 12 μηνών πριν από την υποβολή της αίτησης. 12. Τι ποσοστό απαιτείται για την έγκριση αναδιάρθρωσης; Για την έγκριση πρότασης αναδιάρθρωσης οφειλών απαιτείται συμφωνία του οφειλέτη και πλειοψηφία των 3/5 των συμμετεχόντων πιστωτών, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται τα 2/5 των συμμετεχόντων πιστωτών με ειδικό προνόμιο, ήτοι υποθήκη, προσημείωση, ενέχυρο ή άλλο προνόμιο του άρθρου 976 του ΚΠολΔ. Εφόσον εγκριθεί η πρόταση αναδιάρθρωσης υπογράφεται η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών από τον οφειλέτη και τους συναινούντες πιστωτές, διαφορετικά η διαδικασία θεωρείται περαιωθείσα ως άκαρπη. Οι πιστωτές και ο οφειλέτης μπορούν να διαμορφώνουν ελεύθερα το περιεχόμενο της σύμβασης αναδιάρθρωσης. Από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης: α) Δεν επιτρέπεται πιστωτής να περιέλθει σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτή που θα βρισκόταν σε περίπτωση ρευστοποίησης της περιουσίας του οφειλέτη. β) Οι πιστωτές λαμβάνουν ποσά και άλλα ανταλλάγματα τουλάχιστον ισάξια με τα ποσά που θα ελάμβαναν σε περίπτωση ρευστοποίησης της περιουσίας των συνοφειλετών και των βεβαρημένων υπέρ τους περιουσιακών στοιχείων τρίτων. γ) Ποσά και άλλα ανταλλάγματα που απομένουν προς διανομή μετά τη διανομή των προβλεπόμενων στις ως άνω δύο περιπτώσεις διανέμονται στους πιστωτές συμμέτρως κατά το μέρος των απαιτήσεών τους που απομένει ανεξόφλητο. Όπως προκύπτει από την παράγραφο 6 του άρθρου 9 του νόμου, η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών δημιουργεί δικαιώματα και υποχρεώσεις για τα συμβαλλόμενα μέρη, δηλαδή τα δεσμεύει, από την υπογραφή της, χωρίς να απαιτείται δικαστική επικύρωση αυτής σύμφωνα με το άρθρο 12 του νόμου. Επομένως, στις περιπτώσεις που το Δημόσιο συμμετέχει στην πλειοψηφία των συναινούντων πιστωτών που υπέγραψαν τη σύμβαση αναδιάρθρωσης σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 8 του νόμου ή οι ψήφοι του προσμετρώνται στις θετικές ψήφους σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 15 αυτού, από την υπογραφή της σύμβασης επέρχονται οι συνέπειες που περιγράφονται στο κεφάλαιο Ε της παρούσας. Επισημαίνεται όμως ότι αν και η δικαστική επικύρωση δεν είναι, στην περίπτωση αυτή, προϋπόθεση για την έναρξη ισχύος της σύμβασης έναντι του Δημοσίου, η μη επικύρωσή της, σε περίπτωση που κατατεθεί αίτηση επικύρωσης, οδηγεί στην ανατροπή της σύμβασης. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 12, σε περίπτωση που κατατεθεί αίτηση για τη δικαστική επικύρωση της υπογραφείσας σύμβασης αναδιάρθρωσης και η αίτηση αυτή απορριφθεί από το δικαστήριο τελεσίδικα, η υπογραφείσα σύμβαση παύει να ισχύει έναντι όλων των συμβαλλόμενων πιστωτών, επομένως και του Δημοσίου, και επέρχεται η ανατροπή αυτής, όπως και στην περίπτωση δικαστικής ακύρωσης κατά το άρθρο 14 του νόμου. Σε περίπτωση που το Δημόσιο δεν συμμετείχε στη διαδικασία διαπραγμάτευσης των άρθρων 7 και επόμενα του νόμου ή καταψήφισε την πρόταση αναδιάρθρωσης που εγκρίθηκε από την πλειοψηφία των συμμετεχόντων πιστωτών, η υπογραφείσα σύμβαση καθίσταται δεσμευτική για το Δημόσιο από τη δικαστική επικύρωσή της, δηλαδή την έκδοση της απόφασης επικύρωσης (βλ. παράγραφο 8 του άρθρου 12 του νόμου), οπότε επέρχονται και οι συνέπειες που περιγράφονται στο κεφάλαιο Ε της παρούσας. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 12 του νόμου, το Δημόσιο κλητεύεται υποχρεωτικά στη δίκη της επικύρωσης, με κοινοποίηση αντιγράφου της αίτησης στο οποίο σημειώνεται ο προσδιορισμός της δικασίμου (βλ. 748 παρ. 3 ΚΠολΔ), όταν υπάρχουν χρέη του οφειλέτη προς αυτό και έχει τη δυνατότητα να ασκήσει, δια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, κύρια παρέμβαση στη δίκη προς απόρριψη της αίτησης επικύρωσης, σε περίπτωση συνδρομής κάποιου από τους λόγους που προβλέπονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 12. 13. Ποιους καταλαμβάνει η συμφωνια αναδιάρθρωσης; Η ισχύς της σύμβασης αναδιάρθρωσης καταλαμβάνει μόνο τον οφειλέτη (επιχείρηση) που υπέβαλε την αίτηση του άρθρου 4 του νόμου και τυχόν αλληλεγγύως ευθυνόμενα με αυτόν πρόσωπα (συνοφειλέτες) που υπέβαλαν την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη, σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, ενώ δεν ευνοεί τυχόν συνοφειλέτες που δεν συνέπραξαν στην αίτηση (βλ. παράγραφο 5 του άρθρου 9 του νόμου). Η ανωτέρω προϋπόθεση δεν ισχύει για τυχόν πρόσωπα που έχουν παράσχει εγγύηση για ορισμένη οφειλή της επιχείρησης προς το Δημόσιο που ρυθμίζεται με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης (εγγυητές), τα οποία καταλαμβάνονται από τη σύμβαση σε κάθε περίπτωση (βλ. παράγραφο 5 του άρθρου 9 του νόμου). 14. Πώς προαφαιρούνται τα πρόστιμα και οι προσαυξήσεις; Εάν από τη διαδικασία αναδιάρθρωσης των χρεών μιας επιχείρησης, οι πιστωτές δεν έρχονται σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, τότε προαφαιρούνται: Α) το σύνολο των τόκων υπερημερίας των πιστωτών του ιδιωτικού τομέα, Β) ποσοστό 95% των απαιτήσεων του Δημοσίου από πρόστιμα που έχουν επιβληθεί από τη φορολογική διοίκηση και ποσοστό 85% των απαιτήσεων του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης από προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής. Τα παραπάνω ποσά συνυπολογίζονται στη διανομή μόνο στην περίπτωση και κατά την έκταση που το επιτρέπει η ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη και αποπληρώνονται, εν όλω ή εν μέρει, μόνο εφόσον έχουν αποπληρωθεί πλήρως οι λοιπές απαιτήσεις των πιστωτών. Δηλαδή, αν η επιχείρηση έχει δυνατότητα αποπληρωμής και αυτών των οφειλών, θα τις αποπληρώνει. Σε αντίθετη περίπτωση, δηλαδή αν η επιχείρηση δεν μπορεί, τα παραπάνω ποσά διαγράφονται μετά την ολοσχερή εξόφληση όλων των οφειλών, με βάση τη σύμβαση αναδιάρθρωσης. 15. Ποιες οφειλές μπορούν να διαγραφούν; Όλες οι οφειλές μπορούν να διαγραφούν, με εξαίρεση την κύρια οφειλή που έχει προκύψει από τη μη απόδοση παρακρατούμενων οφειλών για φορείς κοινωνικής ασφάλισης. 16. Ποιες είναι οι συνέπειες της ενταξης των οφειλών στη σύμβαση αναδιάρθρωσης; I. Ευεργετήματα υπέρ του οφειλέτη i) Καταβολή σε έως 120 μηνιαίες δόσεις σύμφωνα με τα οριζόμενα στη σύμβαση αναδιάρθρωσης ii) Δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα του άρθρου 57 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας και του άρθρου 6 του ΚΕΔΕ από την έναρξη ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης και κατά τη διάρκεια ισχύος αυτής. iii) Δεν επιβαρύνονται με προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής κατά Κ.Ε.Δ.Ε. και κατά Κ.Φ.Δ. οι υπαχθείσες στη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλές, από την έναρξη ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης και κατά τη διάρκεια ισχύος αυτής iv) Αποδεικτικό ενημερότητας χορηγείται σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις του άρθρου 12 του Κ.Φ.Δ. και των κατ' εξουσιοδότηση εκδοθεισών αποφάσεων ΓΓΔΕ ΠΟΛ.1274/27.12.2013 και ΠΟΛ.1275/27.12.2013 (ΦΕΚ 3398 Β'), όπως ισχύουν. Επισημαίνεται ότι : α) για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 12 του ΚΦΔ οι βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση οφειλές που έχουν ρυθμιστεί στο πλαίσιο της σύμβασης αναδιάρθρωσης θεωρούνται ως νόμιμα τακτοποιημένες με ρύθμιση τμηματικής καταβολής. β) σε περίπτωση που ζητείται αποδεικτικό ενημερότητας από τον οφειλέτη ή από τους συνοφειλέτες που δεσμεύονται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, δεν λαμβάνονται υπόψη τυχόν προς διαγραφή οφειλές, όπως αυτές προσδιορίζονται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης. v. Αναστολή διοικητικής εκτέλεσης λόγω σύμβασης δεσμευτικής για το Δημόσιο (παρ. 11 του άρθρου 15 του ν.4469/2017) vi) Αναστολή ποινικής δίωξης Για το χρονικό διάστημα της αναστολής της παρ. 11 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017 αναστέλλεται η ποινική δίωξη για το αδίκημα του άρθρου 25 του ν.1882/1990 (Α'43) και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο αυτό ή, εφόσον άρχισε, η εκτέλεσή της διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος, χωρίς να ισχύει ο χρονικός περιορισμός της παραγράφου 3 του άρθρου 113 του Π.Κ. II. Ένταξη υφιστάμενων ενεργών ρυθμίσεων στη σύμβαση αναδιάρθρωσης Εφόσον υφίστανται βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση οφειλές που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής κατά τις διατάξεις του ν. 4152/2013, του άρθρου 43 του ν. 4174/2013, του άρθρου 51 ν. 4305/2014 και των άρθρων 1 έως 17 του ν. 4321/2015, των οποίων οι όροι τηρούνται, οι ρυθμίσεις αυτές, όπως έχουν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία έγκρισης της σύμβασης αναδιάρθρωσης εντάσσονται σε αυτήν κατά το μέρος που αφορά στον αριθμό και στο ύψος των ανεξόφλητων δόσεων, εκτός από τις περιπτώσεις που η ρύθμιση έχει τροποποιηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017, δηλαδή έχει αυξηθεί ο αριθμός των δόσεων αυτής. III. Δικαίωμα του Δημοσίου για συμψηφισμό Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα και μετά την έναρξη ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του - εν στενή εννοία - Δημοσίου κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 42 του ΚΦΔ και στο άρθρο 83 του ΚΕΔΕ, όπως ισχύουν. Επισημαίνεται ότι: i) Εφόσον η γενεσιουργός αιτία της ανωτέρω απαίτησης κατά του Δημοσίου ανάγεται σε χρόνο προγενέστερο της έναρξης ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, με το συμψηφισμό πιστώνονται, κατά σειρά προτεραιότητας, οφειλές εκτός σύμβασης, δόσεις υφιστάμενων ρυθμίσεων που εντάσσονται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών κατ' άρθ. 15 παρ. 4 του ν. 4469/2017, δόσεις της σύμβασης αναδιάρθρωσης και, τέλος, εφόσον έχουν εξαντληθεί οι λοιπές βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση οφειλές, οι προβλεπόμενες στη σύμβαση προς διαγραφή οφειλές στη Φορολογική Διοίκηση. ii) Εφόσον η γενεσιουργός αιτία της ανωτέρω απαίτησης κατά του Δημοσίου ανάγεται σε χρόνο μεταγενέστερο της έναρξης ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, με το συμψηφισμό πιστώνονται, κατά σειρά προτεραιότητας οι δόσεις της σύμβασης αναδιάρθρωσης, δόσεις υφιστάμενων ρυθμίσεων που εντάσσονται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών κατ' άρθ. 15 παρ. 4 του ν. 4469/2017 και οφειλές εκτός σύμβασης. Τυχόν υπόλοιπο ποσό επιστρέφεται στον οφειλέτη με βάση τα ισχύοντα στην Απόφαση Υφυπουργού Οικονομικών ΠΟΛ.1116/23.5.2013. 17. Πότε καταπίπτει η συμφωνία αναδιάρθρωσης; Αν ο οφειλέτης δεν καταβάλει οποιοδήποτε ποσό σε πιστωτή σύμφωνα με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης για διάστημα μεγαλύτερο των 90 ημερών, ο πιστωτής δικαιούται να ζητήσει από το δικαστήριο την ακύρωση της συμφωνίας ως προς όλους. Επίσης, επέρχεται αυτοδικαίως ανατροπή της σύμβασης αναδιάρθρωσης έναντι του Δημοσίου ή των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ) και αναβίωση των απαιτήσεών τους στις εξής περιπτώσεις: * Μη καταβολή ή μερική καταβολή δόσεων προς τη Φορολογική Διοίκηση ή τους ΦΚΑ, όπως προσδιορίζονται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης, έως τη συμπλήρωση του ποσού που αντιστοιχεί σε 3 δόσεις. * Παράλειψη του οφειλέτη να υποβάλλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και Φ.Π.Α., εφόσον υπέχει σχετική υποχρέωση, καθ' όλη τη διάρκεια της σύμβασης, το αργότερο εντός τριών (3) μηνών από την πάροδο της προθεσμίας υποβολής τους ή εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, εφόσον η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει πριν την έναρξη ισχύος της σύμβασης, * Παράλειψη του οφειλέτη να εξοφλήσει ή να τακτοποιήσει με νόμιμο τρόπο, με αναστολή είσπραξης ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής, τις οφειλές του είτε προς το Δημόσιο ή υπέρ τρίτων που εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση ή προς τους ΦΚΑ, οι οποίες βεβαιώθηκαν μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2016, εντός 90 ημερών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της σύμβασης ή, σε περίπτωση δικαστικής επικύρωσης, από την ημερομηνία επικύρωσης της σύμβασης, ή προκειμένου για οφειλές που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες μετά την έναρξη ισχύος ή την επικύρωση της σύμβασης, εντός 60 ημερών από τη λήξη της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους. Επισημαίνεται ότι το Δημόσιο υποχρεούται να γνωστοποιήσει αμελλητί την επέλευση της αυτοδίκαιης ανατροπής της σύμβασης σε όλους τους πιστωτές. Η σύμβαση αναδιάρθρωσης μπορεί να ακυρωθεί ως προς όλους τους πιστωτές, συμπεριλαμβανομένου του Δημοσίου, με δικαστική απόφαση κατόπιν αίτησης τρίτου πιστωτή σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 14 του νόμου. 18. Πότε είναι άκυρη η σύμβαση αναδιάρθρωσης για το Δημόσιο; Άκυρη είναι για το Δημόσιο όταν όρος της σύμβασης αναδιάρθρωσης προβλέπει: * Την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο σε περισσότερες από 120 δόσεις. * Την τμηματική αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο ανά διαστήματα που υπερβαίνουν τον μήνα. * Την καταβολή μηνιαίας δόσης μικρότερης των 50 ευρώ. * Την παροχή περιόδου χάριτος για την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο. * Την ικανοποίηση απαιτήσεών του με άλλα ανταλλάγματα αντί χρηματικού ποσού. 19. ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΟΦΕΙΛΩΝ Αν στη σύμβαση αναδιάρθρωσης προβλέπεται διαγραφή οφειλών προς το Δημόσιο, αυτή γίνεται κατά σειρά παλαιότητας, από την παλαιότερη οφειλή προς τη νεότερη, με κριτήριο το χρόνο καταχώρισης της οφειλής στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων και όχι το χρόνο λήξης της νόμιμης προθεσμίας καταβολής αυτής, είτε η καταβολή γίνεται εφάπαξ είτε σε δόσεις. Η διαγραφή των οφειλών του προηγούμενου εδαφίου τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της ολοσχερούς αποπληρωμής των ρυθμιζόμενων οφειλών προς κάθε πιστωτή και της μη ακύρωσης ή ανατροπής της σύμβασης αναδιάρθρωσης σύμφωνα με το άρθρο 14 του ν. 4469/2017. 20. Απόδοση κατασχεθέντων στα χέρια τρίτων ποσών (άρθρο 6 της Απόφασης Υπουργού Οικονομικών ΠΟΛ.1105/2017). Επί κάθε είδους κατασχέσεων απαιτήσεων που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων, ο τρίτος υποχρεούται να αποδώσει στο Δημόσιο τις απαιτήσεις που έχουν γεννηθεί μέχρι το χρόνο έναρξης ισχύος των αναστολών των άρθρων 12, 13, και 15 του ν. 4469/2017. Ποσά των οποίων η προθεσμία απόδοσης στο Δημόσιο εκπνέει μετά την έναρξη ισχύος των αναστολών των άρθρων 12, 13 και 15 του ν.4469/2017 πιστώνονται στην οφειλή προς το Δημόσιο σύμφωνα με τα οριζόμενα στη σύμβαση αναδιάρθρωσης. 21. Αναστολή παραγραφής οφειλών (παρ. 9 του άρθρου 12 του ν.4469/2017) Σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 12 του ν.4469/2017, από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης του άρθρου 4 και έως την ολοσχερή εξόφληση των οφειλών που ρυθμίζονται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης ή την ακύρωσή της ή την αυτοδίκαιη ανατροπή της κατά το άρθρο 14, αναστέλλεται η παραγραφή των ρυθμιζόμενων οφειλών. 22. ΑΡΡΥΘΜΙΣΤΕΣ ΟΦΕΙΛΕΣ ΜΕ ΠΟΣΟ ΒΑΣΙΚΗΣ ΟΦΕΙΛΗΣ ΕΩΣ 20.000 ΕΥΡΩ Σε περίπτωση υπογραφής σύμβασης αναδιάρθρωσης, στην οποία εντάσσονται οφειλές προς το Δημόσιο που εμπίπτουν στις περιπτώσεις της παραγράφου 6 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017, ήτοι όταν το συνολικό ύψος της βασικής βεβαιωμένης έως τις 31.12.2016 οφειλής προς το Δημόσιο είναι έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ (στο οποίο δεν προσμετρώνται τυχόν οφειλές που έχουν ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση σύμφωνα με τους ν. 4152/2013, 4174/2013,4305/2014 και 4321/2015 των οποίων οι όροι τηρούνται), η τήρηση των υποχρεωτικών κανόνων των άρθρων 9 και 15 του νόμου διαπιστώνεται από το συντονιστή με το πρακτικό περαίωσης της παραγράφου 16 του άρθρου 8, υπό την επιφύλαξη του δικαστικού ελέγχου του άρθρου 12 του νόμου, είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν υποβολής ένστασης ή άσκησης παρέμβασης από τρίτο πιστωτή. Ειδικότερα : α) για βασικές οφειλές έως τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ: i) η αποπληρωμή αυτών και των επ' αυτών προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής γίνεται τμηματικά σε τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις κατ' ανώτατο όριο, ii) ελάχιστη μηνιαία δόση πενήντα (50) ευρώ, iii) δεν υφίσταται δυνατότητα διαγραφής κανενός ποσού. β) για βασικές οφειλές άνω των τριών χιλιάδων (3.000) και έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ: i) η αποπληρωμή αυτών και των επ' αυτών προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής γίνεται τμηματικά σε εκατόν είκοσι (120) μηνιαίες δόσεις κατ' ανώτατο όριο, ii) ελάχιστη μηνιαία δόση πενήντα (50) ευρώ, iii) δεν υφίσταται δυνατότητα διαγραφής βασικής οφειλής. Στις ανωτέρω περιπτώσεις, το Δημόσιο δεν συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις, ούτε υποβάλλει πρόταση αναδιάρθρωσης οφειλών και οι οφειλές προς αυτό προσμετρώνται στις θετικές ψήφους των συμμετεχόντων πιστωτών, εφόσον στο τελικό σχέδιο αναδιάρθρωσης έχουν τηρηθεί οι κανόνες του άρθρου 15 και οι λοιποί υποχρεωτικοί κανόνες του άρθρου 9 του ν. 4469/2017. 23. Βασική παράμετρος του μηχανισμού είναι ότι αξιολογείται η πραγματική ικανότητα αποπληρωμής της επιχείρησης ή του επαγγελματία και βάσει αυτής διαμορφώνεται ένα πλάνο αποπληρωμής των χρεών. Επίσης λαμβάνεται υπόψη η πραγματική αξία των περιουσιακών στοιχείων (κυρίως των ακινήτων) της επιχείρησης ή του επαγγελματία, με σκοπό την τήρηση του κανόνα ότι οι πιστωτές θα πρέπει να λάβουν ποσό μεγαλύτερο από την αξία ρευστοποίησης (δηλαδή από ότι θα λάμβαναν αν η περιουσία «έβγαινε» στον πλειστηριασμό σήμερα). Στο Νόμο εξωδικαστικού μηχανισμού μπορούν να υπαχθούν όλες οι επιχειρήσεις, μικρές, μεσαίες και μεγάλες, καθώς και οι ατομικές επιχειρήσεις, δηλαδή τα φυσικά πρόσωπα με εμπορική / πτωχευτική ιδιότητα, εφόσον πληρούν αθροιστικά τις 3 προϋποθέσεις που αναλυονται ανωτερω. Στο Νόμο εξωδικαστικού μηχανισμού μπορούν να υπαχθούν τόσο οφειλές που αφορούν επιχειρηματικές δραστηριότητες όσο και χρέη από προσωπικές δραστηριότητες (π.χ. προσωπικό στεγαστικό δάνειο), εφόσον τα χρήματα αξιοποιήθηκαν από τον επιχειρηματία για τη στήριξη της επιχείρησης. Ωστόσο όλες οι οφειλές της επιχείρησης κατά τη στιγμή της αίτησης εντάσσονται στη μελέτη βιωσιμότητας, έτσι ώστε να ληφθούν υπόψη κατά τον υπολογισμό της ικανότητας αποπληρωμής των παλαιών χρεών. Για πρώτη φορά, ο εξωδικαστικός μηχανισμός περιλαμβάνει κατάλληλες δικλείδες ασφαλείας, όπως η άρση τραπεζικού απορρήτου και η υποβολή «περιουσιολογίου», προκειμένου να μην επωφεληθούν, οι «στρατηγικοί κακοπληρωτές», οι οποίοι κατευθύνουν τις επιχειρήσεις τους, τους εργαζόμενους, καθώς και τους πιστωτές τους, σε οικονομικά αδιέξοδα, ενώ οι ίδιοι πλουτίζουν εις βάρος της οικονομίας και της κοινωνίας. 24. Χρήσιμες πληροφορίες Στην αιτηση για τον εξωδικαστικό μηχανισμό θα πρεπει να ενταχθουν όλοι οι πιστωτές δηλαδή ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η επιλεκτική ενταξη από τον οφειλέτη. Θα πρέπει δηλαδή να γίνει ενημέρωση όλων των πιστωτών και όχι επιλεκτική ενημέρωση εκείνων οι οποίοι ξέρουμε πως δεν θα αντιδράσουν αρνητικά στην είδηση της συμμετοχής του οφειλέτη στη διαδικασία αυτή. Τέλος ο οφειλέτης που θα συμμετάσχει στην ρύθμιση θα πρέπει να αποδεχτεί την άρση του απορρήτου των φορολογικών του πληροφοριών τουλάχιστον έναντι των πιστωτών του. Αυτό μάλιστα θα είναι από τις πρώτες του ενέργειες, αφού θα υποβάλλεται σχετική υπεύθυνη δήλωση από την υποβολή της αίτησης μέσω taxisnet. Ουσιαστικά εξουσιοδοτεί τους πιστωτές του να έχουν πλήρη πρόσβαση στις πληροφορίες για την οικονομική κατάσταση και δραστηριότητά του (εισοδήματα, ακίνητα, φορολογικές δηλώσεις Ε1 και Ε3, καταθεσιολόγιο κλπ).
1 Comment
Τροπολογία για την διαγραφή απο τα Μητρωα των ΙΧΕ αυτοκινητων που καταστραφηκαν προ του 2004.8/1/2017 Με τροπολογία που ψηφίσθηκε απο την ολομέλεια της Βουλης στις 28-7-2017 λύθηκε οριστικά το ζήτημα της διαγραφης απο τα Μητρωα των αρμοδιων Υπηρεσιων των Περιφερειών της Ελλαδος, των ΙΧΕ αυτοκινητων που αν και είχαν καταστραφεί προ του 2004, λογω αδυναμίας των ιδιοκτητων τους να προσκομίσουν στις υπηρεσίες αυτές βεβαίωση καταστροφή τους (αποσυρση) , οι ιδιοκτητες τους δεν μπορούσαν να καταθέσουν τις πινακίδες τους με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται με τέλη κυκλοφοριας και πρόστιμα.
Με το Νεο Νομο, για τη διαγραφή του οχηματος και την ακυρωση των πινακίδων κυκλοφοριας του αρκεί πλεον Υπευθυνη Δηλωση του ιδιοκτητη τους. Ανακριβείς οι πιστωτικές δηλώσεις Φ.Π.Α. περιόδων που έπονται μιας ανακριβούς δήλωσης Φ.Π.Α.8/1/2017 H Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών επικύρωσε πρόστιμο που είχε επιβληθεί σε φορολογούμενο μετά από έλεγχο, σε σειρά πιστωτικών δηλώσεων ΦΠΑ που κρίθηκαν ως ανακριβείς για περιόδους που έπονταν της πιστωτικής δήλωσης στην οποία δεν έπρεπε να συμπεριληφθεί ποσό τιμολογίου προς έκπτωση.
Ειδικότερα ο έλεγχος απέρριψε συγκεκριμένη δαπάνη ως μη εκπιπτόμενη, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4ε του άρθρου 30 του ν.2859/2000, με αποτέλεσμα το χαρακτηρισμό της περιοδικής δήλωσης του της περιόδου του 07/2015 ως ανακριβούς και την μεταβολή του πιστωτικού υπολοίπου της. Λόγω μεταφοράς του πιστωτικού υπολοίπου και στις επόμενες περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ (φορολογική περίοδος 1/8/2015 - 30-9-2016) χαρακτηρίστηκαν και αυτές ως ανακριβείς και επιβλήθηκαν πρόστιμα για όλες τις φορολογικές περιόδους που έπονται της περιοδικής δήλωσης Φ.Π.Α. του 7/2015 και στις οποίες μεταφέρθηκε το εν λόγω πιστωτικό υπόλοιπο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 54 και 62 του Κ.Φ.Δ. Ν.4174/2013. |